Το βιβλίο της Παρασκευής

SquareQuick_2020518115222475

Άραγε πόσο εύκολο είναι γράψεις την άποψή σου για έναν τομέα που ασχολείσαι στην μέχρι τώρα ενήλικη ζωή σου και για έναν συγγραφέα-ερευνητή που θεωρείται άτυπα καθηγητής σου και τα έργα του, σε συνολικό επίπεδο, σε έχουν καθοδηγήσει και βοηθήσει να εξελιχθείς; Η απάντηση είναι απλή: είναι δύσκολο. Ωστόσο οι σπουδές μου στην Ιστορία μέσα από τον πλουραλισμό τους, τουλάχιστον όπως τις έχω εκλάβει εγώ μέχρι τώρα, με έχουν βοηθήσει να βάλω σε μία τάξη κριτήρια και χαρακτηριστικά που μπορώ να ξεχωρίσω σ’ ένα επιστημονικό βιβλίο του τομέα.

Όπως ανέφερα και στα Ξεφυλλίσματα Νο8, με έκπληξη διαπιστώνω ότι νέοι άνθρωποι αναφέρουν ότι δεν έχουν διδαχτεί Ιστορία. Τι σημαίνει άραγε αυτό; Το ζήτημα της σχολικής ιστορίας και της τυχόν αδυναμίας της να διδάξει δεν είναι το θέμα του σημερινού post. Αυτό που μας αφορά είναι ότι τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια (ίσως να είναι και περισσότερα) υπάρχει ένας εκδοτικός πλούτος από κυκλοφορίες βιβλίων και μελετών, εξειδικευμένων ή μη θεματικών, που προσφέρονται σε οποιονδήποτε το επιθυμεί να χαθεί στις σελίδες τους και να μάθει αυτό που πραγματικά ψάχνει.

Ο χώρος της Νεοελληνικής ή Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας έχει άξιους αντιπροσώπους-μελετητές οι οποίοι είναι πρόθυμοι να μοιραστούν μαζί με ένα ευρύτερο κοινό τους κόπους τους και τα συμπεράσματά τους. Ένας από αυτούς είναι και ο Αντώνης Λιάκος.

Το παρόν του έργο, το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα magnum opus, αν και αποκτήθηκε άμεσα από τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας του, διαβάστηκε τις ημέρες της εθνικής καραντίνας (απίστευτο μου φαίνεται ότι χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο το 2020) με προσοχή και αρκετές σημειώσεις στο περιθώριο του. Ταυτόχρονα, διάβαζα άλλα δύο βιβλία, αρχικά αυτό του Γιάννη Βούλγαρη «Ελλάδα: μια χώρα παραδόξως νεωτερική» και στη συνέχεια το βιβλίο του Δημήτρη Χριστόπουλου «Ποιος είναι έλληνας πολίτης; Δύο αιώνες ιθαγένεια». Οι συναγνώσεις αυτές δεν έγιναν τυχαία αλλά σκόπιμα, καθώς με βοήθησαν σε πιο εξειδικευμένες θεματικές που αναφέρει και ο Λιάκος.

Ωστόσο, αυτό που αξίζει να τονιστεί είναι ότι το έργο του Βούλγαρη είναι για ένα κοινό εξειδικευμένο, πιο υποψιασμένο θα έλεγα λόγω του περιεχομένου του. Το βιβλίο είναι ένα συμπέρασμα συγκρίσεων πολλών θεωρητικών θεματικών όπως η πολιτική & οι ιδεολογίες που αφορούν τη χώρα μας. Η συνθετική  σκέψη πολιτικής και ιδεολογικής ιστορίας που προβάλλει προϋποθέτει αντίστοιχη γνώση των πεδίων. Βέβαια, δίνει τροφή για προβληματισμό και παραπάνω αναγνωστική έρευνα μέσα από την επιπλέον βιβλιογραφία που παραθέτει.  Αντίθετα, το βιβλίο του Λιάκου μπορούν να το διαβάσουν όλοι!

Το γεγονός ότι ένα βιβλίο ιστορίας, τέτοιου μεγέθους, απευθύνεται χωρίς ελιτισμούς στο ύφος, στη γλώσσα, στη δομή και στο περιεχόμενο σ’ ένα κοινό κάθε ηλικίας και υποβάθρου, το κατατάσσει ανάμεσα στις κορυφαίες αναγνωστικές επιλογές για μελέτη της εγχώριας ιστορίας.

Στη συνέχεια, αυτό που καθιστά το βιβλίο ξεχωριστό είναι η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί. Η μεθοδολογία για ένα βιβλίο ιστορίας είναι πολύ σημαντική, καθώς είναι αυτή που βοηθά τον αναγνώστη να καταλάβει πώς δούλεψε ο ερευνητής, πού εστίασε και τι θέλει να αναδείξει. Ο Λιάκος θέλοντας να καλύψει έναν αιώνα, χρονολογικά ορόσημο γι’ αυτόν από το 1910 έως το 2010, δεν πραγματοποιεί μια στείρα αναλυτική (και πολλές φορές κουραστική) γεγονοτολογία. Αντίθετα, παρουσιάζει τα γεγονότα και τα εντάσσει σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο που αφορά την κοινωνία, την πολιτική, την οικονομία, τον πολιτισμό, αλλά και όλα όσα συμβαίνουν στους αντίστοιχους τομείς εκτός χώρας. Αυτή η πολύπλευρη και πολυθεματική ματιά καθιστά τον αναγνώστη ικανό να οδηγηθεί σε άλλα αναγνωστικά μονοπάτια, κάνοντας συγκρίσεις, βλέποντας τον αντίκτυπο και πάνω απ’ όλα να μάθει να αντιμετωπίζει ένα γεγονός συνολικά και όχι μεμονωμένα.

Σε όλα τα παραπάνω συμβάλει και η πολυφωνία του βιβλίου. Ο Λιάκος αναδεικνύεται άριστος γνώστης παλιών και νέων βιβλιογραφικών και ερευνητικών πηγών. Στις σημειώσεις κάθε κεφαλαίου, αλλά και στο τέλος του βιβλίου, θα συναντήσει κανείς πηγές από αδημοσίευτες διδακτορικές διατριβές, συγκριτικές μελέτες εξωτερικού, βιβλία ψυχολογίας και ιατρικής, προσωπικές μαρτυρίες, βιβλία που εκδόθηκαν λίγους μήνες πριν ολοκληρωθεί το παρόν έργο και γενικότερα έναν βιβλιογραφικό πλούτο απ’ όλες τις ιστορικές σχολές και τα πιστεύω τους. Γι’ αυτό το λόγο είναι άξιο επαίνου ότι το περιεχόμενο του βιβλίου δεν βασίστηκε σε μια συγκεκριμένη οπτική, αλλά έδωσε βήμα και σε άλλες. Στο σημείο αυτό να τονιστεί ότι ο Λιάκος όλα αυτά τα παραθέτει μέσα από κριτική σκέψη και ανάλυση, μεταφέροντας άτυπα προβληματισμούς και στον ίδιο τον αναγνώστη. Δηλαδή δεν του επιβάλλει τη γνώση ή να τη δεχτεί άκριτα, αλλά τον προτρέπει να την αναζητήσει ο ίδιος μέσα από συγκρίσεις.

Το βιβλίο χωρίζεται σε δέκα κεφάλαια. Ήδη από τα προλεγόμενα ο συγγραφέας βοηθά τον αναγνώστη να διαμορφώσει ο ίδιος τον τρόπο ανάγνωσης της μελέτης. Εγώ επέλεξα να το μοιράσω σε 3 μέρη, με βάση τις χρονολογίες. Δηλαδή, το πρώτο μέρος περιέχει τα κεφάλαια 1-5 (1910-1974), το δεύτερο τα κεφάλαια 6-9 (1974-2010) και το τρίτο μέρος το 10ο κεφάλαιο (Πώς είδαν οι Έλληνες την ιστορία τους στον 20ο αιώνα).

Στο πρώτο μέρος, αν και γνωρίζω τα γεγονότα από αντίστοιχες μελέτες, ξεχωρίζω τις αναφορές σε θεματικές που εκλείπουν, όχι απαραιτήτως ηθελημένα, απ’ όσες έχω συναντήσει μεμονωμένα όλα αυτά τα χρόνια. Ο Λιάκος θα μιλήσει για πληγές της ελληνικής κοινωνίας των κρίσιμων χρόνων 1910-1974 και θα στρέψει τον αναγνώστη σε περιοχές που δεν τις είχε σκεφτεί πριν. Πάντα με γνώμονα νέες μελέτες που έρχονται στο φως και μέσω της συγκριτικής παράθεσης πηγών. Ωστόσο, προσωπικά, θα ήθελα περισσότερες πληροφορίες για την επταετή Χούντα των Συνταγματαρχών.

Στο δεύτερο μέρος ο σύγχρονος αναγνώστης είναι πιθανόν να συναντήσει τον εαυτό του σε κάποιες από τις σελίδες του βιβλίου. Ομολογώ, ότι κάποια υπο-κεφάλαια, ειδικά αυτά που αναφέρονται από το 2000 και μετά με βρήκαν πολλές φορές αντίθετη από την οπτική που υιοθετεί ο ερευνητής. Αυτό είναι και το δύσκολο κομμάτι που ανέλαβε, μιλώντας για τα πρώτα δέκα χρόνια του 21ου αιώνα.

Σε πολλές από τις αναλύσεις, παρουσιάσεις και συνεντεύξεις που διάβασα γύρω από την κυκλοφορία του έργου συνάντησα συχνά την λέξη ιστορικοποίηση. Τι σημαίνει αυτό για το ευρύτερο κοινό; Είναι η απόσταση, χρονολογική και πολλές φορές ψυχολογική, που χρειάζεται ένας ερευνητής για να μιλήσει για ένα ιστορικό γεγονός. Δεν είναι μια απλή εξιστόρηση που πρέπει να πραγματοποιήσει, αλλά μια μετουσίωση του παρελθόντος σε ιστορία. Λόγου χάρη βλέπουμε ότι μέχρι και σήμερα θεματικές όπως το Ολοκαύτωμα προκαλούν συζητήσεις και εγείρουν πολλά νέα ερωτήματα, ενώ έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια. Άραγε πότε θα μπορέσουμε να μιλήσουμε (και να κρίνουμε) για τα γεγονότα της χώρας μας που συνέβησαν από τη δεκαετία του ’90 και μετά;

Ο Λιάκος έχει δηλώσει ότι πρώτη φορά ιστοριογραφούνται τα χρόνια 1990-2010. Γι’ αυτό και είναι ένα δύσκολο εγχείρημα κατά τη γνώμη μου, καθώς ο αναγνώστης πιθανόν να  έχει διαφορετικές εμπειρίες από το συγγραφέα. Προφανώς σκοπός του Λιάκου δεν είναι να επιβάλλει την οπτική του, αλλά να θέσει τα πρώτα θεμέλια προβληματισμών και σκέψεων για αυτή την περίοδο. Η ιστορία της Ελλάδος αυτά τα χρόνια δεν αφορά μόνο την Αθήνα. Ωστόσο αυτή η πόλη και όσα συμβαίνουν εκεί σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο έχουν μεγάλο αντίκτυπο και στη περιφέρεια. Η χώρα (και κυρίως οι κάτοικοί της) δεν έζησε τους ίδιους ρυθμούς συνολικά τα χρόνια στα οποία αναφερόμαστε. Και αυτός είναι ένας δικός μου προβληματισμός, ο οποίος μπορεί να ξεκινήσει συζητήσεις και αναζητήσεις γύρω από πολλές θεματικές.

Γι’ αυτό το λόγο, ίσως, έρχεται και ως απάντηση, σε όσες σκέψεις μού δημιουργήθηκαν, η ύπαρξη του τελευταίου κεφαλαίου. Για πρώτη φορά σε μελέτη ιστορίας διαβάζουμε για τις ιστορικές σχολές της χώρας μας, από πού επηρεάστηκαν, πώς δούλεψαν και πώς πιθανόν θα ενεργήσουν στο μέλλον. Ο Λιάκος δεν παραλείπει να αναφερθεί στην τεχνολογική έκρηξη, στο διαδίκτυο και στη Δημόσια Ιστορία που γεννά πολλά νέα ερωτήματα. Μήπως, λοιπόν, έχουμε ακόμα πολλά να δούμε, να γράψουμε και να ακούσουμε για τα χρόνια 1990-2010; Μήπως πρέπει να υπολογιστούν οι νέες παραπάνω παράμετροι; Είναι το μόνο σίγουρο!

Αν μπορούσα να θέσω ένα ερώτημα στο συγγραφέα γι’ αυτή τη μελέτη είναι «τι διδαχτήκαμε τελικά απ’ όσα συνέβησαν τον 20ο αιώνα;».

Ο μεγάλος βρετανός ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ μίλησε για έναν σύντομο και για έναν ακραίο αιώνα. Ο εξίσου σημαντικός & πρόωρα χαμένος Tony Judt αναφέρει ότι δεν μπορεί κανείς να εκτιμήσει πλήρως τον 20ο αιώνα, εάν δεν συμμερίστηκε κάποτε τις ψευδαισθήσεις που αυτός δημιούργησε. Ο Λιάκος ούτε διαφωνεί μαζί τους, αλλά ούτε και τους διαψεύδει. Για την Ελλάδα όμως τον χαρακτηρίζει ως αιώνα της Δημοκρατίας και η εξήγηση μπορεί να βρεθεί μέσα στις σελίδες του έργου του. Στόχος του, όπως δηλώνει, ήταν να καταλάβει τι έχει γίνει μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα που αναφέρεται και όχι να το επαινέσει ή αντίστοιχα να το καταδικάσει. Νομίζω ότι πετυχαίνει να νιώσει το ίδιο και ο αναγνώστης, παρ’ όλες τις διαφορές που μπορεί να έχει με το συγγραφέα-ερευνητή σε πολλά επίπεδα.

Η κατανόηση του παρελθόντος, μέσα από ερμηνείες, σκέψεις και προβληματισμούς, είναι αυτή που καθορίζει τόσο το παρόν μας όσο και το μέλλον μας σε επίπεδο επιλογών. Η λεγόμενη ενσυναίσθηση, να μπούμε δηλαδή στη θέση του άλλου, είναι από τα κορυφαία μαθήματα της Ιστορίας ως επιστήμης του χρόνου.Για εμένα το πιο σημαντικό στοιχείο που πρόσφερε αυτό το βιβλίο είναι και η θέση του συγγραφέα, ότι κάθε εποχή πρέπει να την κρίνουμε με το πνεύμα του καιρού της. Οι αναχρονισμοί & οι τελολογίες δεν έχουν χώρο στην ιστορική επιστήμη.

Ένα τελευταίο στοιχείο είναι η εποχή έκδοσης του βιβλίου που άθελά της έγινε κομβική, καθώς μετά την υγειονομική πανδημία η ιστορική έρευνα θα επαναπροσδιορίσει πολλά. Δεν είναι μια στάσιμη επιστήμη, όπως πολλοί μπορεί να νομίζουν. Αχαρτογράφητα νερά των κοινωνικών & θετικών επιστημών θα πρέπει να συνυπολογιστούν, καθώς και η παραφιλολογία και η συνομωσιολογία. Όλα αυτά θα φέρουν αντιμέτωπους τους επιστήμονες με νέα ερωτήματα που κρύβουν πολλές αλήθειες και όχι μόνο μία.

Αναζητήστε το!Κυκλοφορεί από τις εκδ.Πόλις σε μία έκδοση κόσμημα.

3 σκέψεις σχετικά με το “Το βιβλίο της Παρασκευής

  1. Παράθεμα: Ξεφυλλίσματα Νο9 | Mon petit Cafe de Humanite

  2. Παράθεμα: Culture mushup of 2020 | Mon petit Cafe de Humanite

  3. Παράθεμα: Οίδα με ακουστικά/Podcast ep.1 | Mon petit Cafe de Humanite

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s